Όταν οι λύκοι ντύνονται δικαστές: Η καρατόμηση του Μητροπολίτη Τυχικού και η κραυγή του Καταστατικού Χάρτη
Του Παναγιώτη Νούνη*
Τι συμβαίνει όταν οι ακοίμητοι φρουροί της Εκκλησίας γίνονται ληστές και παραβάτες της ίδιας της Κανονικής Τάξης; Όταν η «δίκη» θυμίζει πολύ λιγότερο τον Ιουστινιάνειο Κώδικα, το Κανονικό Δίκαιο είναι εξαφανισμένο και θυμίζει η υπόθεση περισσότερο έκτακτο στρατοδικείο στα Σκύθαια όρη;
Η προσφυγή του Μητροπολίτη Τυχικού μέσω έκκλητου προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο αποκαλύπτει μία διαδικασία που, εάν ευσταθούν οι καταγγελίες του εις βάρος του Μακαριωτάτου Αρχειπισκόπου Κύπρου μετά των συν αυτώ, συνιστά θεσμική ατιμία και κανονική εκκλησιαστική εκτροπή. Μια δίκη-φάντασμα, μία δίκη παρωδία όπου δεν υπήρξε ούτε Ανακριτής, ούτε Ανάκριση, ούτε Κατηγορητήριο. Μόνο καταδίκη! Και αυτή μεσοβέζικη ή/και αμφιλεγόμενη αφού απαιτούσε «Ομολογία Πίστεως», από ορθόδοξον Ιεράρχην!!
Τί δ ε ν έγινε;
Δ ε ν διορίστηκε Ανακριτική Επιτροπή,
Δ ε ν συντάχθηκε Κατηγορητήριο,
Δ ε ν του κοινοποιήθηκε φάκελος δικογραφίας,
Δ ε ν εξετάστηκαν μάρτυρες,
Δ ε ν έλαβε καν επίσημη κλήση να απολογηθεί.
Η Εκκλησία της Κύπρου, όπως περιγράφεται, παρέκαμψε κάθε προβλεπόμενο άρθρο του Καταστατικού Χάρτη, απαξίωσε πλήρως το ιερό Κανονικό Δίκαιο και έστησε μία «συνοδική σκηνή» που θύμιζε αρχαιοελληνική παρωδία-τραγωδία: «ἐν Σκύθαις και Σαμοσάτοις δικάζειν».
Και διερωτάται κανείς:
Πόσο ισχυρή -αλλά και δίκαια- μπορεί να είναι μια τέτοια αυθαίρετη, άδικη και ανυπόστατη καταδικαστική απόφαση, όταν θεμελιώνεται σε πλήρη άρνηση μίας δ ί κ α ι η ς δίκης στα πλαίσια του Κανονικού Εκκλησιαστικού Δικαίου;
Η εκκλησιαστική Δικαιοσύνη δ ε ν είναι διακοσμητικό ένδυμα της Ιεράς Συνόδου. Είναι η ίδια η υπόσταση του εκκλησιαστικού σώματος. Κι αν αυτή καταπατείται, τότε:
«Το ξίφος του Σαμουράι πρέπει να βγαίνει μόνο για την αλήθεια. Αν βγει για το ψεύδος, σκουριάζει στην καρδιά εκείνου που το κρατά».
Μήνυμα προς το Φανάρι:
Η φωνή του Μητροπολίτη Τυχικού δ ε ν ζητά καμμία χάρη. Ζητά πολύ απλά το ζητούμενο της όλης περιρρέουσας διαδικασίας: αναζητά και ζητά μοναχά την εκκλησιαστική Δικαιοσύνη. Ζητά να λογοδοτήσει ο Αρχιεπίσκοπος για τις αυθαίρετες και αντικανονικές πράξεις του, όχι για την ιδιότητά του. Ζητά επανόρθωση της τάξης, και όχι εκδίκηση.
«Η ατιμία της εξουσίας δ ε ν καθαγιάζεται από τα ράσα, ούτε από τις πλειοψηφίες. Αντίθετα, η τιμή της Εκκλησίας μετριέται με το θάρρος της να ακούσει τον αδικημένο.»
Αν η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Κύπρου επέλεξε να λησμονήσει ή να φιμώσει τη Δικαιοσύνη, το Οικουμενικό Πατριαρχείο δ ε ν έχει ουδόλως κανένα δικαίωμα να την παρακάμψει. Γιατί αλλιώς, το «εκκλησιαστικό δίκαιο» καταντά κουρελόχαρτο και κωλόχαρτο στα χέρια των επισκόπων-κατασκόπων και αρχιεπισκόπων-καιροσκόπων.
«Αν αδικήσεις έναν έντιμο άνθρωπο, καταδικάζεις το ίδιο σου το αύριο». (Κώδικας Μπουσίντο)
Αυτό που κρίνεται, δ ε ν είναι απλά και μόνο η τύχη ενός αδικημένου Μητροπολίτη. Είναι η ψυχή της Εκκλησίας. Και αυτή τη στιγμή, η ψυχή αυτή ψιθυρίζει από το βάθος:
«Μη με πουλάτε για προσωρινές ισορροπίες· φωνάζω για δικαιοσύνη!»
Του Παναγιώτη Νούνη,
Ελεύθερος Στοχαστής
17 Ιουνίου, 2025
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου